Ετυμολογία
ηδονή < αρχαία ελληνική ἡδονή < ἥδομαι < πρωτοελληνική *hwā́domai < ινδοευρωπαϊκή *sweh₂d- (γλυκός)
ηδονή θηλυκό
Ø η ευχαρίστηση που αισθανόμαστε, όταν ικανοποιούνται οι φυσικές-
Ø (ειδικότερα) η έντονη σωματική ευχαρίστηση που αισθανόμαστε κατά τη διάρκεια της ικανοποίησης της γενετήσιας ορμής μας
· Αδελφή της ηδονής είναι η λύπη Αίσωπος
· Άριστο πράγμα να εξουσιάζει κανείς τις ηδονές του Αρίστιππος
· Βραχεία είναι η τέρψη της πρόστυχης ηδονής Ευριπίδης
· Δέλεαρ δεινόν ηδονή (Η ηδονή αποτελεί σοβαρό δόλωμα) Πλάτων
· Ενώ η φιλόσοφοι λογομαχούν, τι είναι σπουδαιότερο: η αρετή είτε η ηδονή, εσύ ψάξε τον τρόπο να τα αποκτήσεις και τα δυο Μπέικον Φ.
· Η δίψα για ηδονή σε κάνει σκληρό Μπουάστ Π.
· Η εγκράτεια παρέχει αξιομνημόνευτες ηδονές Σωκράτης
· Η εγκράτεια προσθέτει νοστιμάδα στην ευχαρίστηση Σενέκας
· Η ηδονή μοιάζει με μεθύσι, που άμα περάσει, μας μένει η ζαλάδα
· Ηδονή είναι η αίσθηση μιας λειτουργίας σύμφωνης προς τη φύση μέσα στο σώμα μας Αρίστιππος
· Ηδονήν φεύγε (Να αποφεύγεις την ηδονή) Χίλων
· Ηδονής κρατείν (Στην ηδονή να έχεις εγκράτεια) Κλεόβουλος
· Θεός για τους συνετούς ανθρώπους είναι η συνείδηση, ενώ για τους μη συνετούς η ηδονή Πλάτωνας
· Θεός για τους συνετούς ανθρώπους είναι η συνείδηση, ενώ για τους μη συνετούς η ηδονή Πλάτωνας
· Μια ηδονή είναι περισσότερο γλυκειά, όταν προσμένει πιο πολλή Λεβέκ
· Ο πόνος υπερτερεί της ηδονής Σοπενχάουερ
· Οι αισχρές ηδονές χαρακτηρίζουν τον πρόστυχο άνδρα
· Ολίγη είναι η ευχαρίστηση από άκαιρη ηδονή Ευριπίδης
· Πολλές φορές μια σύντομη ευχαρίστηση γεννά μακρά λύπη Αρχαίο ρητό
· Στην ηδονή να έχεις εγκράτεια Κλεόβουλος
· Στον ακόλαστο οι λύπες ξεπερνούν τις ηδονές στο μέγεθος, στον αριθμό και στην πυκνότητα Πλάτωνας
· Τα κέρδη των πονηρών βραχυχρόνια ηδονή, αργότερα όμως διαρκής λύπη Αντιφάνης
· Το όμορφο πρόσωπο είναι η ηδονή των αισθήσεων Σααδή
· Φεύγειν σαρκών πλεονασμόν (Να αποφεύγουμε τις σαρκικές καταχρήσεις) Πυθαγόρας